ἀποπρό

ἀποπρό
ἀπο - πρό: away from, far from; τινός.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αποπρό — ἀποπρό επίρρ. (Α) 1. πολύ μακριά 2. (ως πρόθ.) μακριά από κάτι («ἀποπρὸ νεῶν, πατρίδος γαίας») …   Dictionary of Greek

  • ἀποπρό — afar off indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αποπρονοσφίζω — ἀποπρονοσφίζω (Α) απομακρύνω. [ΕΤΥΜΟΛ. < αποπρό «μακριά από κάτι» + νοσφίζω «απομακρύνω»] …   Dictionary of Greek

  • προ — ΝΜΑ (κυρίως ως πρόθεση) Ι. (ως τοπ.) (συν. με γεν.) 1. (με ρ. που σημαίνουν στάση και, στην αρχ., και με ρ. που σημαίνουν κίνηση) εμπρός, μπροστά από (α. «στέκεται προ τής εισόδου» β. «κείνους κιχησόμεθα πρὸ πυλάων», Ομ.Ιλ, γ. «πρὸ δ ἄρ αὐτῶν… …   Dictionary of Greek

  • πρόπροθι — Α επίρρ. πολύ εμπρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < προπρό + επιρρμ. κατάλ. θι (πρβλ. απόπρο θι)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”